иммерсионный - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

иммерсионный - translation to Αγγλικά


иммерсионный      
adj.
immersion
immersion oil         
  • Oil-immersion objective in use
  • Two Leica oil immersion objective lenses. Oil immersion objective lenses look superficially identical to non-oil immersion lenses.
TECHNIQUE USED TO INCREASE THE RESOLVING POWER OF A MICROSCOPE
Oil immersion lens; Oil-immersion objective; Refractive index matching oil; Oil immersion objective; Immersion oil; Oil-immersion objectives; Oil-immersion

общая лексика

иммерсионное масло

иммерсионная жидкость

immersion lens         
  • '''Double patterning by pitch splitting.''' Double patterning by pitch splitting involves assigning adjacent features to different masks, indicated by different colors.
PHOTOLITHOGRAPHY TECHNIQUE FOR MANUFACTURING INTEGRATED CIRCUITS
Liquid imaging; Immersion lens

общая лексика

иммерсионная линза

Ορισμός

ИММЕРСИОННЫЙ
ая, ое, физ.
Связанный с измерением преломления твердых тел при погружении их в жидкость. И. метод. Иммерсионная система.
Μετάφραση του &#39иммерсионный&#39 σε Αγγλικά